Catégorie:Verbes en grec
Apparence
Index en grec |
Si vous ne voyez que des rectangles ou des points d’interrogation, installez une des nombreuses polices supportant l’écriture grecque ou une police générique Unicode du plan de base multilingue (Code 2000 ou encore Everson Mono Unicode).
α (alpha) ·
β (bêta) ·
γ (gamma) ·
δ (delta) ·
ε (epsilon) ·
ζ (dzêta) ·
η (êta) ·
θ (thêta) ·
ι (iota) ·
κ (kappa) ·
λ (lambda) ·
μ (mu) ·
ν (nu) ·
ξ (xi) ·
ο (omicron) ·
π (pi) ·
ρ (rhô) ·
σ (sigma) · ς (sigma final) ·
τ (tau) ·
υ (upsilon) ·
φ (phi) ·
χ (khi) ·
ψ (psi) ·
ω (oméga) |
Sous-catégories
Cette catégorie comprend 6 sous-catégories, dont les 6 ci-dessous.
- Verbes déponents en grec – 6 P
F
- Formes de verbes en grec – 6 P
I
L
P
- Verbes passifs en grec – 2 P
T
- Verbes transitifs en grec – 17 P
Pages dans la catégorie « Verbes en grec »
Cette catégorie comprend 816 pages, dont les 200 ci-dessous.
(page précédente) (page suivante)Α
- αγαλλιάζω
- αγανακτώ
- αγαναχτώ
- αγαπώ
- αγγαρεύω
- αγγέλλω
- αγγέλω
- αγγίζω
- αγιάζω
- αγκαζάρω
- αγκυροβολώ
- αγνοώ
- αγοράζω
- αγορεύω
- αγριεύω
- αγρυπνώ
- άγω
- αγωνίζομαι
- αγωνιώ
- αδειάζω
- αδικώ
- άδω
- αερίζω
- αεροβατώ
- αηδιάζω
- αθεΐζω
- αθροίζω
- αθωώνω
- αισθάνομαι
- αιτούμαι
- αιτώ
- αιφνιδιάζω
- αιχμαλωτίζω
- ακινητοποιώ
- ακμάζω
- ακολουθώ
- ακομπανιάρω
- ακονίζω
- ακούω
- ακρωτηριάζω
- ακυρώνω
- αλαζονεύομαι
- αλαλάζω
- αλατίζω
- αλιεύω
- αλλάζω
- αλληθωρίζω
- αλληλογραφώ
- αμαρταίνω
- αμαρτάνω
- αμείβω
- αμνηστεύω
- αμφιβάλλω
- ανάβω
- αναδιαρθρώνω
- αναζητώ
- ανακεφαλαιώνω
- ανακηρύσσω
- ανακρίνω
- αναλύω
- αναμένω
- αναπαύομαι
- αναπηδώ
- αναπνέω
- αναπτύσσω
- ανασχηματίζω
- αναφλέγομαι
- αναφλέγω
- αναχωρώ
- ανεβαίνω
- ανελκύω
- ανιδρύω
- ανοίγω
- αντανακλώ
- αντιγράφω
- αντιδρώ
- αντιμετωπίζω
- αντιπολιτεύομαι
- αντιπροσωπεύω
- αντιτίθεμαι
- αντιφάσκω
- αντλώ
- ανυπομονώ
- αξιολογώ
- απαγορεύω
- απαιτώ
- απαλλοτριώνω
- απαντώ
- απαξιώνω
- απασχολώ
- απειθαρχώ
- απεικονίζω
- απειλώ
- απελευθερώνω
- απενεργοποιώ
- απεργώ
- απεχθάνομαι
- απέχω
- απλώνω
- αποβάλλω
- αποβιβάζομαι
- αποβιβάζω
- απογειώνομαι
- απογειώνω
- απογοητεύω
- αποδεικνύω
- αποδέχομαι
- αποζημιώνω
- αποικίζω
- αποκεφαλίζω
- αποκλείω
- αποκοιμίζω
- αποκόπτω
- απολογούμαι
- απομακρύνω
- απομονώνω
- απονίπτω
- αποξηραίνω
- αποπέμπω
- αποποινικοποιώ
- αποσύρω
- απουσιάζω
- αποφασίζω
- αποφεύγω
- αποχωρίζω
- αποχωρώ
- άπτομαι
- αραιώνω
- αρθρώνω
- αρκώ
- αρμέγω
- αρνούμαι
- αρχαΐζω
- αρχίζω
- αστειεύομαι
- αστεΐζομαι
- αστειολογώ
- αυτοκτονώ
- αφήνω
- αφικνούμαι
- αφοδεύω
- αφοπλίζω
- αφορίζω