αποδέχομαι
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien ἀποδέχομαι, apodekhomai (« accepter »).
Verbe
[modifier le wikicode]αποδέχομαι, apodékhome \Prononciation ?\ (voir la conjugaison)
- Accepter.
- οι κληρονόμοι αποδέχτηκαν επίσημα την κληρονομιά