τετραμελής
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Adjectif
[modifier le wikicode]τετραμελής, tetramelís \Prononciation ?\
- Qui est constitué de quatre membres (notamment pour une famille, une commission).
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Vocabulaire apparenté par le sens
[modifier le wikicode]- μονομελής
- διμελής
- τριμελής
- πενταμελής
- εξαμελής
- επταμελής, εφταμελής
- οκταμελής, οχταμελής
- δεκαμελής
- δωδεκαμελής
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (τετραμελής)