Aller au contenu

ὑπερήφανος

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Voir aussi : υπερήφανος
Mot composé de ὑπέρ, huper (« sur ») et de φανός, phanós (« brillant ») avec ajout d'un η, voir ὑπερφανής.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif ὑπερήϕανος ὑπερήϕανος ὑπερήϕανον
vocatif ὑπερήϕανε ὑπερήϕανε ὑπερήϕανον
accusatif ὑπερήϕανον ὑπερήϕανον ὑπερήϕανον
génitif ὑπερηϕάνου ὑπερηϕάνου ὑπερηϕάνου
datif ὑπερηϕάν ὑπερηϕάν ὑπερηϕάν
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω
vocatif ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω
accusatif ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω ὑπερηϕάνω
génitif ὑπερηϕάνοιν ὑπερηϕάνοιν ὑπερηϕάνοιν
datif ὑπερηϕάνοιν ὑπερηϕάνοιν ὑπερηϕάνοιν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif ὑπερήϕανοι ὑπερήϕανοι ὑπερήϕανα
vocatif ὑπερήϕανοι ὑπερήϕανοι ὑπερήϕανα
accusatif ὑπερηϕάνους ὑπερηϕάνους ὑπερήϕανα
génitif ὑπερηϕάνων ὑπερηϕάνων ὑπερηϕάνων
datif ὑπερηϕάνοις ὑπερηϕάνοις ὑπερηϕάνοις

ὑπερήφανος, huperêphanos

  1. Magnifique, splendide.
  2. Fier, orgueilleux, méprisant, dédaigneux.

Apparentés étymologiques

[modifier le wikicode]

Références

[modifier le wikicode]