νοημοσύνη
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]νοημοσύνη, noïmosýni \Prononciation ?\ féminin
- Intelligence.
- Ο Einstein ήταν άνθρωπος εξαιρετικής νοημοσύνης.
Synonymes
[modifier le wikicode]Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (νοημοσύνη)