λογικός
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien λογικός, logikós.
Adjectif
[modifier le wikicode]λογικός, logikós \Prononciation ?\
- Logique, rationnel.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Dérivés
[modifier le wikicode]- λογική (« raison, logique »)
Étymologie
[modifier le wikicode]Adjectif
[modifier le wikicode]λογικός, logikós *\Prononciation ?\
- Relatif au discours, à la prose.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
- Relatif à la raison, intellectuel.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
- Relatif à la logique, rationnel, raisonnable, logique.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Apparentés étymologiques
[modifier le wikicode]- αἰτιολογικός
- ἀναλογικός
- ἀντιλογικός
- ἀρχαιολογικός
- ἀστρολογικός
- βιολογικός
- δημολογικός
- διαλογικός
- δικαιολογικός
- ἐναντιολογικός
- ἐναντιοποιολογικός
- ἐπιλογικός
- ἐτυμολογικός
- φλογικός
- φυσιολογικός
- γενεαλογικός
- γενεθλιαλογικός
- γνωμολογικός
- κακολογικός
- κοσμολογικός
- μεταρσιολογικός
- μετεωρολογικός
- μυθολογικός
- παθολογικός
- περιαυτολογικός
- θεολογικός
- σεμνολογικός
- σιτολογικός
- σπερμολογικός
- ὡρολογικός
- ψευδολογικός
- ψηφολογικός
Dérivés dans d’autres langues
[modifier le wikicode]Références
[modifier le wikicode]- Anatole Bailly, Abrégé du dictionnaire grec-français, Hachette, 1901 → consulter cet ouvrage
- Henry George Liddell, Robert Scott, A Greek-English Lexicon