Aller au contenu

ἱμάντινος

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Dérivé de ἱμάς, himás (« courroie »), avec le suffixe -ινος, -inos.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif ἱμάντινος ἱμαντίνη ἱμάντινον
vocatif ἱμάντινε ἱμαντίνη ἱμάντινον
accusatif ἱμάντινον ἱμαντίνην ἱμάντινον
génitif ἱμαντίνου ἱμαντίνης ἱμαντίνου
datif ἱμαντίν ἱμαντίν ἱμαντίν
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif ἱμαντίνω ἱμαντίνα ἱμαντίνω
vocatif ἱμαντίνω ἱμαντίνω ἱμαντίνω
accusatif ἱμαντίνω ἱμαντίνα ἱμαντίνω
génitif ἱμαντίνοιν ἱμαντίναιν ἱμαντίνοιν
datif ἱμαντίνοιν ἱμαντίναιν ἱμαντίνοιν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif ἱμάντινοι ἱμάντιναι ἱμάντινα
vocatif ἱμάντινοι ἱμάντιναι ἱμάντινα
accusatif ἱμαντίνους ἱμαντίνας ἱμάντινα
génitif ἱμαντίνων ἱμαντίνων ἱμαντίνων
datif ἱμαντίνοις ἱμαντίναις ἱμαντίνοις

ἱμάντινος, himántinos

  1. De courroie.

Prononciation

[modifier le wikicode]

Références

[modifier le wikicode]