Aller au contenu

ἡράκλειος

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Voir aussi : ηράκλειος
Dérivé de Ἡρακλῆς, Hēraklês (« Héraclès »), avec le suffixe -ιος, -ios.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif ἡράκλειος ἡπακλεία ἡράκλειον
vocatif ἡράκλειε ἡπακλεία ἡράκλειον
accusatif ἡράκλειον ἡπακλείαν ἡράκλειον
génitif ἡπακλείου ἡπακλείας ἡπακλείου
datif ἡπακλεί ἡπακλεί ἡπακλεί
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif ἡπακλείω ἡπακλεία ἡπακλείω
vocatif ἡπακλείω ἡπακλείω ἡπακλείω
accusatif ἡπακλείω ἡπακλεία ἡπακλείω
génitif ἡπακλείοιν ἡπακλείαιν ἡπακλείοιν
datif ἡπακλείοιν ἡπακλείαιν ἡπακλείοιν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif ἡράκλειοι ἡράκλειαι ἡράκλεια
vocatif ἡράκλειοι ἡράκλειαι ἡράκλεια
accusatif ἡπακλείους ἡπακλείας ἡπακλεία
génitif ἡπακλείων ἡπακλείων ἡπακλείων
datif ἡπακλείοις ἡπακλείαις ἡπακλείοις

ἡράκλειος, hērákleios

  1. Herculéen.

Prononciation

[modifier le wikicode]