παραίτηση
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Dérivé de παραιτούμαι, avec le suffixe -ση.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | παραίτηση | οι | παραιτήσεις |
Génitif | της | παραίτησης παραιτήσεως |
των | παραιτήσεων |
Accusatif | τη(ν) | παραίτηση | τις | παραιτήσεις |
Vocatif | παραίτηση | παραιτήσεις |
παραίτηση \pa.ˈɾɛ.ti.si\ féminin
Apparentés étymologiques
[modifier le wikicode]