μένω ξερός
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Locution verbale
[modifier le wikicode]μένω ξερός \Prononciation ?\
- Rester bouche bée.
Όταν το έμαθε, έμεινε ξερός.
- Quand il a appris ça, il est resté bouche bée.
μένω ξερός \Prononciation ?\
Όταν το έμαθε, έμεινε ξερός.