καν
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Adverbe
[modifier le wikicode]καν, kan \Prononciation ?\
- Ni, ni même.
- Δεν είχε αυτοκίνητο, ούτε καν ένα ποδήλατο.
- Il n'a pas de voiture, pas même une bicyclette.
- Δεν είχε αυτοκίνητο, ούτε καν ένα ποδήλατο.
Synonymes
[modifier le wikicode]Dérivés
[modifier le wikicode]Apparentés étymologiques
[modifier le wikicode]- κάμποσος (« suffisant »)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (καν)