Aller au contenu

εἰρωνικός

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Voir aussi : ειρωνικός
→ voir εἴρων et -ικός.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif εἰρωνικός εἰρωνική εἰρωνικόν
vocatif εἰρωνικέ εἰρωνική εἰρωνικόν
accusatif εἰρωνικόν εἰρωνικήν εἰρωνικόν
génitif εἰρωνικοῦ εἰρωνικῆς εἰρωνικοῦ
datif εἰρωνικ εἰρωνικ εἰρωνικ
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif εἰρωνικώ εἰρωνικά εἰρωνικώ
vocatif εἰρωνικώ εἰρωνικά εἰρωνικώ
accusatif εἰρωνικώ εἰρωνικά εἰρωνικώ
génitif εἰρωνικοῖν εἰρωνικαῖν εἰρωνικοῖν
datif εἰρωνικοῖν εἰρωνικαῖν εἰρωνικοῖν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif εἰρωνικοί εἰρωνικαί εἰρωνικά
vocatif εἰρωνικοί εἰρωνικαί εἰρωνικά
accusatif εἰρωνικούς εἰρωνικάς εἰρωνικά
génitif εἰρωνικῶν εἰρωνικῶν εἰρωνικῶν
datif εἰρωνικοῖς εἰρωνικαῖς εἰρωνικοῖς

εἰρωνικός, eirônikós \eː.rɔː.ni.ˈkos\

  1. Ironique.

Références

[modifier le wikicode]