επαναπροσδιορισμός
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Mot dérivé de επαναπροσδιορίζω, epanaprosdhiorizo (« redéfinir »), avec le suffixe -μός, -mós ; voir προσδιορισμένος.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | ο | επαναπροσδιορισμός | οι | επαναπροσδιορισμοί |
Génitif | του | επαναπροσδιορισμού | των | επαναπροσδιορισμών |
Accusatif | τον | επαναπροσδιορισμό | τους | επαναπροσδιορισμούς |
Vocatif | επαναπροσδιορισμέ | επαναπροσδιορισμοί |
επαναπροσδιορισμός, epanaprosdhiorismós \Prononciation ?\ masculin
- Redéfinition.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (επαναπροσδιορισμός)