δυνατότητα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | δυνατότητα | οι | δυνατότητες |
Génitif | της | δυνατότητας | των | δυνατοτήτων |
Accusatif | τη(ν) | δυνατότητα | τις | δυνατότητες |
Vocatif | δυνατότητα | δυνατότητες |
δυνατότητα (dhinatótita) \Prononciation ?\ féminin
- Possibilité.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)