δημιουργικότητα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Dérivé de δημιουργικός, avec le suffixe -ότητα.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | δημιουργικότητα | οι | δημιουργικότητες |
Génitif | της | δημιουργικότητας | των | δημιουργικοτήτων |
Accusatif | τη(ν) | δημιουργικότητα | τις | δημιουργικότητες |
Vocatif | δημιουργικότητα | δημιουργικότητες |
δημιουργικότητα, dhimiuryikótita \Prononciation ?\ féminin
- Créativité.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (δημιουργικότητα)