ανηθικότητα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | ανηθικότητα | οι | ανηθικότητες |
Génitif | της | ανηθικότητας | των | ανηθικοτήτων |
Accusatif | τη(ν) | ανηθικότητα | τις | ανηθικότητες |
Vocatif | ανηθικότητα | ανηθικότητες |
ανηθικότητα, anithikótita \Prononciation ?\ féminin
- Immoralité.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (ανηθικότητα)