όχημα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien ὄχημα, ókhêma.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | το | όχημα | τα | οχήματα |
Génitif | του | οχήματος | των | οχημάτων |
Accusatif | το | όχημα | τα | οχήματα |
Vocatif | όχημα | οχήματα |
όχημα (ókhima) \ˈɔ.çi.ma\ neutre
- Véhicule (engin mobile).
Το ποδήλατο είναι ένα οικονομικό και οικολογικό όχημα.
- La bicyclette est un véhicule économique et écologique.
Dérivés
[modifier le wikicode]