ωριμότητα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | ωριμότητα | οι | ωριμότητες |
Génitif | της | ωριμότητας | των | ωριμοτήτων |
Accusatif | τη(ν) | ωριμότητα | τις | ωριμότητες |
Vocatif | ωριμότητα | ωριμότητες |
ωριμότητα (orimótita) \ɔ.ɾi.ˈmɔ.ti.ta\ féminin