ταχυδακτυλουργία
Étymologie
[modifier le wikicode]- De ταχυδακτυλουργός.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | ταχυδακτυλουργία | οι | ταχυδακτυλουργίες |
Génitif | της | ταχυδακτυλουργίας | των | ταχυδακτυλουργιών |
Accusatif | τη(ν) | ταχυδακτυλουργία | τις | ταχυδακτυλουργίες |
Vocatif | ταχυδακτυλουργία | ταχυδακτυλουργίες |
ταχυδακτυλουργία (tachydaktylougía) \Prononciation ?\ féminin