Aller au contenu

σύμβολο

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien σύμβολον, sýmbolon.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif το  σύμβολο τα  σύμβολα
Génitif του  συμβόλου των  συμβόλων
Accusatif το  σύμβολο τα  σύμβολα
Vocatif σύμβολο σύμβολα

σύμβολο, símvolo \Prononciation ?\ neutre

  1. Symbole.

Références

[modifier le wikicode]
  • Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (σύμβολο)