πυρά
Apparence
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | πυρά | οι | πυρές |
Génitif | της | πυράς | των | πυρών |
Accusatif | τη(ν) | πυρά | τις | πυρές |
Vocatif | πυρά | πυρές |
πυρά (pirá) \pi.ˈɾa\ féminin
- Feu.
Ο αιρετικός καταδικάστηκε στην πυρά από την Ιερά Εξέταση.
- L' hérétique était condamné au supplice du feu par l'Inquisition.
Forme de nom commun
[modifier le wikicode]