πλανητικός
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien πλανητικός, planêtikós avec évolution du sens sur la base de πλανήτης (« planète »).
Adjectif
[modifier le wikicode]πλανητικός, planitikós \Prononciation ?\
- (Astronomie) Planétaire.
- Πλανητικό σύστημα, το σύνολο των πλανητών που κινούνται γύρο από τον Ήλιο ή από έναν αστέρα. Πλανητικό νεφέλωμα. Πλανητικές αποστάσεις / θερμοκρασίες.
Dérivés
[modifier le wikicode]Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (πλανητικός)
Étymologie
[modifier le wikicode]Adjectif
[modifier le wikicode]πλανητικός, planêtikós *\Prononciation ?\
- Migratoire, errant.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Dérivés dans d’autres langues
[modifier le wikicode]- Grec : πλανητικός
- Latin : planeticus
Références
[modifier le wikicode]- « πλανητικός », dans Henry Liddell, Robert Scott, An Intermediate Greek–English Lexicon, Harper & Brothers, New York, 1889 → consulter cet ouvrage