Aller au contenu

νανούρισμα

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
→ voir νανουρίζω.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif το  νανούρισμα τα  νανουρίσματα
Génitif του  νανουρίσματος των  νανουρισμάτων
Accusatif το  νανούρισμα τα  νανουρίσματα
Vocatif νανούρισμα νανουρίσματα

νανούρισμα (nanúrisma) \na.ˈnu.ɾi.zma\ neutre

  1. Berceuse (chanson pour endormir les enfants).