Aller au contenu

κίτρινος

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien κίτρινος, kítrinos.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif κίτρινος κίτρινη κίτρινο
génitif κίτρινου κίτρινης κίτρινου
accusatif κίτρινο κίτρινη κίτρινο
vocatif κίτρινε κίτρινη κίτρινο
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif κίτρινοι κίτρινες κίτρινα
génitif κίτρινων κίτρινων κίτρινων
accusatif κίτρινους κίτρινες κίτρινα
vocatif κίτρινοι κίτρινες κίτρινα
Το κίτρινο φόρεμα

κίτρινος, kítrinos \ˈci.tɾi.nos\

  1. (Colorimétrie) Jaune.
    • Μαρία με τα κίτρινα.
      Marie en [vêtue de] jaune.

Apparentés étymologiques

[modifier le wikicode]

Références

[modifier le wikicode]
  • Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (κίτρινος)
Mot dérivé de κίτρον, kítron (« citron »), avec le suffixe -ινος, -inos.
cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif κίτρινος κιτρίνη κίτρινον
vocatif κίτρινε κιτρίνη κίτρινον
accusatif κίτρινον κιτρίνην κίτρινον
génitif κιτρίνου κιτρίνης κιτρίνου
datif κιτρίν κιτρίν κιτρίν
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif κιτρίνω κιτρίνα κιτρίνω
vocatif κιτρίνω κιτρίνω κιτρίνω
accusatif κιτρίνω κιτρίνα κιτρίνω
génitif κιτρίνοιν κιτρίναιν κιτρίνοιν
datif κιτρίνοιν κιτρίναιν κιτρίνοιν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif κίτρινοι κίτριναι κίτρινα
vocatif κίτρινοι κίτριναι κίτρινα
accusatif κιτρίνους κιτρίνας κίτρινα
génitif κιτρίνων κιτρίνων κιτρίνων
datif κιτρίνοις κιτρίναις κιτρίνοις

κίτρινος, kítrinos

  1. (Colorimétrie) De citron, jaune.

Apparentés étymologiques

[modifier le wikicode]

Dérivés dans d’autres langues

[modifier le wikicode]

Prononciation

[modifier le wikicode]

Références

[modifier le wikicode]