ευθύνη
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien εὔθυνα, eúthuna.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | ευθύνη | οι | ευθύνες |
Génitif | της | ευθύνης | των | ευθυνών |
Accusatif | τη(ν) | ευθύνη | τις | ευθύνες |
Vocatif | ευθύνη | ευθύνες |
ευθύνη (evthíni) \ˈɛf.θi.ni\ féminin
- Responsabilité.
Μία τρομοκρατική οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη της επίθεσης.
- Une organisation terroriste a revendiqué la responsabilité de l'attaque.
Οι γονείς έχουν την ευθύνη να αναθρέψουν τα παιδιά τους.
- Les parents ont la responsabilité d'élever leurs enfants.