ενδιαφέρον
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | το | ενδιαφέρον | τα | ενδιαφέροντα |
Génitif | του | ενδιαφέροντος | των | ενδιαφερόντων |
Accusatif | το | ενδιαφέρον | τα | ενδιαφέροντα |
Vocatif | ενδιαφέρον | ενδιαφέροντα |
ενδιαφέρον, endiaféron neutre
- Intérêt.
Ένα ζωηρό ενδιαφέρον.
- Un vif intérêt.
Αυτό το βιβλίο προκαλεί το ενδιαφέρον.
- Ce livre captive l’intérêt.