είμαι
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien εἰμί, eimí.
Verbe
[modifier le wikicode]είμαι (íme) \ˈi.mɛ\
- Être.
Conjugaison au présent : εγώ είμαι (egó íme) (je suis), εσύ είσαι (esí íse) (tu es), αυτός είναι (aftós íne) (il est), εμείς είμαστε (emís ímaste) (nous sommes), εσείς είστε (esís íste) (vous êtes), αυτοί είναι (aftí íne) (ils sont).