βιολόγος
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | ο | βιολόγος | οι | βιολόγοι |
Génitif | του | βιολόγου | των | βιολόγων |
Accusatif | τον | βιολόγο | τους | βιολόγους |
Vocatif | βιολόγε | βιολόγοι |
βιολόγος, viológos \Prononciation ?\ masculin et féminin identiques
- Biologiste.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (βιολόγος)