βιολονίστρια
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Féminin de βιολονίστας
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | βιολονίστρια | οι | βιολονίστριες |
Génitif | της | βιολονίστριας | των | βιολονιστριών |
Accusatif | τη(ν) | βιολονίστρια | τις | βιολονίστριες |
Vocatif | βιολονίστρια | βιολονίστριες |
βιολονίστρια violonístria \Prononciation ?\ féminin (pour un homme, on dit : βιολονίστας)
- Violoniste.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Références
[modifier le wikicode]- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (βιολονίστρια)