βελτίωση
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- Du grec ancien βελτίωσις, beltiôsis (« amélioration »), dérivé de βελτιόω, beltióô (« améliorer »), lui-même de βελτίων, beltíôn (« mieux »).
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | βελτίωση | οι | βελτιώσεις |
Génitif | της | βελτίωσης βελτιώσεως |
των | βελτιώσεων |
Accusatif | τη(ν) | βελτίωση | τις | βελτιώσεις |
Vocatif | βελτίωση | βελτιώσεις |
βελτίωση (veltíosi) \vɛl.ˈti.ɔ.si\ féminin