βασανιστήριο
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- → voir βασανίζω.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | το | βασανιστήριο | τα | βασανιστήρια |
Génitif | του | βασανιστηρίου | των | βασανιστηρίων |
Accusatif | το | βασανιστήριο | τα | βασανιστήρια |
Vocatif | βασανιστήριο | βασανιστήρια |
βασανιστήριο (vasanistírio) \va.sa.ni.ˈsti.ɾi.ɔ\ neutre
Dérivés
[modifier le wikicode]