αριστούργημα
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]- → voir αριστο-.
Nom commun
[modifier le wikicode]Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | το | αριστούργημα | τα | αριστουργήματα |
Génitif | του | αριστουργήματος | των | αριστουργημάτων |
Accusatif | το | αριστούργημα | τα | αριστουργήματα |
Vocatif | αριστούργημα | αριστουργήματα |
αριστούργημα (aristúryima) \a.ɾis.ˈtuɾ.ʝi.ma\ neutre
- Chef-d’œuvre.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Dérivés
[modifier le wikicode]