Aller au contenu

απαρίθμηση

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien ἀπαρίθμησις, aparithmêsis (« énumération »).
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  απαρίθμηση οι  απαριθμήσεις
Génitif της  απαρίθμησης
απαριθμήσεως
των  απαριθμήσεων
Accusatif τη(ν)  απαρίθμηση τις  απαριθμήσεις
Vocatif απαρίθμηση απαριθμήσεις

απαρίθμηση, aparíthmisi \Prononciation ?\ féminin

  1. Numération.
  2. Énumération.