Aller au contenu

ακριβολογία

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien ἀκριβολογία, akribología.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  ακριβολογία οι  ακριβολογίες
Génitif της  ακριβολογίας των  ακριβολογιών
Accusatif τη(ν)  ακριβολογία τις  ακριβολογίες
Vocatif ακριβολογία ακριβολογίες

ακριβολογία, akrivoloyía \a.kɾi.vɔ.lɔ.ˈʝi.a\ féminin

  1. Acribologie.