Aller au contenu

έγγραφο

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien ἔγγραφον, éggraphon.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif το  έγγραφο τα  έγγραφα
Génitif του  εγγράφου των  εγγράφων
Accusatif το  έγγραφο τα  έγγραφα
Vocatif έγγραφο έγγραφα

έγγραφο \ˈɛŋ.ɣɾa.fɔ\ neutre

  1. Document.