Aller au contenu

παρθενών

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Voir aussi : Παρθενών
De παρθένος (jeune fille, vierge).
Cas Singulier Pluriel Duel
Nominatif παρθενών οἱ παρθενῶνες τὼ παρθενῶνε
Vocatif παρθενών παρθενῶνες παρθενῶνε
Accusatif τὸν παρθενῶνα τοὺς παρθενῶνας τὼ παρθενῶνε
Génitif τοῦ παρθενῶνος τῶν παρθενώνων τοῖν παρθενώνοιν
Datif τῷ παρθενῶνι τοῖς παρθενῶσι(ν) τοῖν παρθενώνοιν

παρθενών, parthenốn *\par.tʰe.ˈnɔːn\ masculin

  1. Appartement des jeunes filles.

Références

[modifier le wikicode]