Aller au contenu

μαρτυροποιΐα

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
de μάρτυς et de ποιέω
Cas Singulier Pluriel Duel
Nominatif μαρτυροποιΐα αἱ μαρτυροποιϊαι τὼ μαρτυροποιΐα
Vocatif μαρτυροποιΐα μαρτυροποιϊαι μαρτυροποιΐα
Accusatif τὴν μαρτυροποιΐαν τὰς μαρτυροποιΐας τὼ μαρτυροποιΐα
Génitif τῆς μαρτυροποιΐας τῶν [[{{{4}}}ῶν|{{{4}}}ῶν]] τοῖν μαρτυροποιΐαιν
Datif τῇ μαρτυροποιΐ ταῖς μαρτυροποιΐαις τοῖν μαρτυροποιΐαιν

μαρτυροποιΐα, ας (ἡ) [ῠ] féminin. Autre écriture : μαϱτυϱοποιΐα.

  1. Action d'appeler en témoignage.

Références

[modifier le wikicode]